GEMET
General
Multilingual
Environmental
Thesaurus
πόροι
Definiton

Definition is not available.

Scope note

Scope note is not available.

Concepts
  • Αειφόρος χρήση
  • αλιευτικοί πόροι
  • αλυκή
  • αμμοληψία
  • ανάκτηση αποβλήτων
  • ανάκτηση διαλυτών
  • ανακύκληση
  • ανακύκληση αποβλήτων
  • ανακύκληση αποβλήτων
  • ανακυκλωμένο υλικό
  • ανακυκλωμένο χαρτί
  • ανακυκλώσιμο πλαστικό
  • ανακυκλωσιμότητα
  • ανάλωση (κατοχή) του τοπίου
  • ανανεώσιμη πηγή ενέργειας
  • ανανεώσιμη πρώτη ύλη
  • ανανεώσιμοι πόροι
  • ανάπτυξη υδατικών πόρων
  • αξιοποίηση του τοπίου
  • αξιοποίηση των υδάτων
  • απόθεμα πόρου
  • αποτίμηση (οικονομική εκτίμηση) πόρου
  • αστικές ροές (πόρων)
  • αφαίρεση (άντληση) υπογείων υδάτων
  • αφαίρεση (απόληψη) υδάτων
  • άχρηστο μέταλλο
  • άχρηστο υλικό
  • βιολογικοί πόροι
  • γενετικοί πόροι
  • γεώτρηση
  • γεώτρηση για την εξεύρεση πετρελαίου
  • γεώτρηση πετρελαίου ανοικτής θαλάσσης
  • δασικοί πόροι
  • διαδικασία θερμοεπιλογής
  • διατήρηση πετερελαϊκών πόρων
  • διατήρηση πόρου
  • διατήρηση των γενετικών πόρων
  • διατήρηση των θαλάσσιων πόρων
  • διατήρηση υδατικών πόρων
  • διατήρηση φυσικών πόρων
  • διαχείριση (των) πόρων
  • διαχείριση των υδατικών πόρων
  • διαχείριση των φυσικών πόρων
  • δόμος (βύσμα) άλατος
  • εδαφικοί πόροι
  • εκμετάλλευση πόρου
  • εκμετάλλευση του θαλάσσιου βυθού
  • εκμετάλλευση των ωκεανών
  • εκμετάλλευση υπόγειου νερού
  • εκσκαφή
  • έμβιοι θαλάσσιοι πόροι
  • ενεργειακοί πόροι
  • εξαγωγή (εξόρυξη) πετρελαίου
  • εξαγωγή φυσικού αερίου
  • εξασφάλιση πρώτης ύλης
  • εξοικονόμηση ενέργειας
  • εξοικονόμηση νερού
  • εξορυκτική βιομηχανία
  • εξορυκτικό προϊόν
  • εξόρυξη
  • εξόρυξη
  • εξόρυξη αλατιού
  • εξόρυξη άνθρακα
  • εξόρυξη ανοικτής θαλάσσης
  • εξόρυξη λατύπης
  • εξόρυξη λιγνίτη
  • εξόρυξη ορυκτών
  • εξόρυξη τύρφης
  • επαναχρησιμοποίηση των υδάτων
  • επαναχρησιμοποίηση υλικών
  • επιφανειακή εξόρυξη
  • έρευνα
  • έρευνα (διερεύνηση) για πετρέλαιο
  • έρευνα (διερεύνηση) για φυσικό αέριο
  • ζήτηση νερού
  • ζωικοί πόροι
  • θαλάσσια εξόρυξη
  • θαλάσσιοι πόροι
  • θέση (περιοχή) εξόρυξης
  • καθαρή εξάντληση πόρων
  • κανονισμός εξόρυξης
  • κατανάλωση ορυκτών καυσίμων
  • (κατ)ανάλωση πρώτης ύλης (πρώτων υλών)
  • κατανάλωση ύδατος
  • κλάδος εγγειοβελτιωτικών έργων
  • κλιματικοί πόροι
  • κοίτασμα ορυκτού
  • λατομείο
  • λατόμευση
  • λιγνίτης
  • μετάλλευμα
  • μεταλλικό ορυκτό
  • μη ανανεώσιμοι ενεργειακοί πόροι
  • μη ανανεώσιμοι πόροι
  • μη μεταλλικό ορυκτό
  • μικροβιολογικοί πόροι
  • νομοθεσία για τους υδατικούς πόρους
  • νόμος (νομοθεσία) περί εξόρυξης
  • ορυκτέλαιο
  • ορυκτό
  • ορυκτοί πόροι
  • ορυκτό καύσιμο
  • ορυχείο
  • παραγωγικότητα πόρων
  • πετρέλαιο
  • πηγή ενέργειας
  • πολιτική για την διατίμηση των πόρων
  • πόροι
  • πόροι (των) γλυκέων υδάτων
  • ποσοστό (αναλογία) ανακύκλησης
  • ποτάμιοι πόροι
  • πρώτη ύλη
  • πρώτη ύλη για την παραγωγή ενέργειας
  • σκυρωρυχείο
  • τομέας δημόσιας ναυτιλίας
  • τοπίο μετά την εξόρυξη
  • τόπος αμμοληψίας
  • τύρφη
  • υδατικοί πόροι
  • υδροληψία
  • υπαίθρια εξόρυξη
  • υπεραλίευση
  • υπερεκμετάλλευση
  • υποβάθμιση των φυσικών πόρων
  • υπόγειο λατομείο
  • υποθαλάσσια εξόρυξη
  • Υποκατάσταση (χημεία)
  • φυσικό αέριο
  • φυσικοί πόροι
  • φυτικοί πόροι
  • χερσαίος βιολογικός πόρος
  • χρήση αποβλήτων ως πρώτων υλών
  • χρήση γης
  • χρήση επιτόπιων πόρων
  • χρήση πόρων
  • χρήση του εδάφους
  • χρησιμοποίηση (χρησιμότητα) των αποβλήτων
Concept URL: http://www.eionet.europa.eu/gemet/theme/31